User Tools

Site Tools


cpp:exception

Differences

This shows you the differences between two versions of the page.

Link to this comparison view

Both sides previous revisionPrevious revision
Next revision
Previous revision
Next revisionBoth sides next revision
cpp:exception [2018/05/19 04:00] – [Stack Unwinding] gthanoscpp:exception [2019/05/06 07:19] – [Stack Unwinding] gthanos
Line 1: Line 1:
-====== Διαχείριση Εξαιρέσεων ======+====== Δημιουργία & Διαχείριση Εξαιρέσεων ======
  
-Ας εξετάσουμε την κλάση **Vector** που είδαμε στην υπερφόρτωση των τελεστών. Ο προσδιοριστής //nothrow// σε συνδυασμό με τον τελεστή **new** μας υποχρεώνει να ελέγξουμε την επιστρεφόμενη τιμή του τελεστή **new** για να δούμε έαν έχει αποτύχει η διαδικασία δέσμευσης μνήμης ή όχι και στην περίπτωση που έχουμε αποτυχία τερματίζουμε το πρόγραμμα. +Ας εξετάσουμε την κλάση **Vector** που είδαμε στην ενότητα της υπερφόρτωση τελεστών. Ο προσδιοριστής //nothrow// σε συνδυασμό με τον τελεστή **new** μας υποχρεώνει να ελέγξουμε την επιστρεφόμενη τιμή του τελεστή **new** για να δούμε έαν έχει αποτύχει η διαδικασία δέσμευσης μνήμης ή όχι και στην περίπτωση που έχουμε αποτυχία τερματίζουμε το πρόγραμμα. 
  
 <code cpp Vector.cpp> <code cpp Vector.cpp>
Line 43: Line 43:
 </code> </code>
  
-Αν και η παραπάνω διαδικασία δεν είναι λανθασμένη, έχει το βασικό μειονέκτημα ότι θα πρέπει να τερματίσουμε το πρόγραμμα, ακόμη και εάν ο λόγος αποτυχίας είναι ότι ο χρήστης της κλάσης επέτρεψε το πέρασμα αρνητικής τιμής ως όρισμα στον κατασκευαστή.+Αν και η παραπάνω διαδικασία δεν είναι λανθασμένη, έχει το βασικό μειονέκτημα ότι θα πρέπει να τερματίσουμε το πρόγραμμα, ακόμη και εάν ο λόγος αποτυχίας είναι ότι ο χρήστης της κλάσης επέτρεψε το πέρασμα αρνητικής τιμής ως όρισμα στον κατασκευαστή. Ο λόγος είναι ότι στην περίπτωση που αποτύχει η δέσμευση της μνήμης, λόγω λανθασμένου ορίσματος, ο κατασκευαστής της κλάσης **Vector** επιστρέφει ένα αντικείμενο το οποίο δεν είναι σωστά αρχικοποιημένο.
  
 <code cpp VectorUse.cpp> <code cpp VectorUse.cpp>
Line 58: Line 58:
 </code> </code>
  
-Η παραγωγή ενός exception μπορεί να επιλύσει πιο αποτελεσματικά το παραπάνω πρόβλημα διότι επιτρέπει την διαχείριση γεγονότων που δεν επιτρέπουν την ομαλή ροή του προγράμματος. Στο παράδειγμα του κατασκευαστή της κλάσης **Vector**, η αποτυχία κλήσης του τελεστή **new** (χωρίς τον προσδιοριστή //notrhow//) παράγει ένα //exception// τύπου [[http://www.cplusplus.com/reference/new/bad_alloc/|std::bad_alloc]], το οποίο μπορούμε να διαχειριστούμε, όπως παρακάτω:+Η παραγωγή ενός //exception// μπορεί να επιλύσει πιο αποτελεσματικά το παραπάνω πρόβλημαδιότι υποστηρίζει τη διαχείριση συμβάντων που δεν επιτρέπουν την ομαλή εκτέλεση του προγράμματος. Στο παράδειγμα του κατασκευαστή της κλάσης **Vector**, η αποτυχία κλήσης του τελεστή **new** (χωρίς τον προσδιοριστή //notrhow//) παράγει ένα //exception// τύπου [[http://www.cplusplus.com/reference/new/bad_alloc/|std::bad_alloc]], το οποίο μπορούμε να διαχειριστούμε στη μέθοδο //main//, όπως παρακάτω:
  
 <code cpp Vector.cpp> <code cpp Vector.cpp>
Line 78: Line 78:
 Vector::Vector(int length) { Vector::Vector(int length) {
   size = length;   size = length;
-  array = new (nothrow) int[size];+  array = new int[size];
   for(int i=0; i<size; i++)   for(int i=0; i<size; i++)
     array[i] = 0;     array[i] = 0;
Line 117: Line 117:
  
 <WRAP tip 80% center round> <WRAP tip 80% center round>
-Αν και στο παραπάνω απλό παράδειγμα είναι προφανές ότι είναι πιο απλό να ελέγξει κανείς το μέγεθος της παραμέτρου size πριν καλέσει τον κατασκευαστή, κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να εφαρμοστεί σε όλες τις περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα το μέγεθος **size** παράγεται δυναμικά από το πρόγραμμα και ο κατασκευαστής καλείται σε αρκετά διαφορετικά σημεία του προγράμματος.+Στο παραπάνω απλό παράδειγμα είναι προφανές ότι είναι πιο απλό να ελέγξει κανείς το μέγεθος της παραμέτρου //size// πριν καλέσει τον κατασκευαστή. Σε αυτή την περίπτωση, ο έλεγχος θα πρέπει να γίνεται από το χρήστη της εκάστοτε βιβλιοθήκηςενώ η βιβλιοθήκη δεν παρέχει καμία εγγύηση για τον τρόπο συμπεριφοράς της εάν περαστούν λανθασμένα ορίσματα. Τα //exceptions// εξασφαλίζουν ότι η βιβλιοθήκη θα παράξει μία εξαίρεση εάν η δέσμευση της μνήμης αποτύχει.
 </WRAP> </WRAP>
 ===== Τύποι παραγόμενων εξαιρέσεων ===== ===== Τύποι παραγόμενων εξαιρέσεων =====
Line 133: Line 133:
 ===== Δημιουργία και διαχείριση της εξαίρεσης ===== ===== Δημιουργία και διαχείριση της εξαίρεσης =====
  
-Όπως σε όλες τις γλώσσες αντικειμενοστραφούς προγραμματισμού η παραγωγή μιας εξαίρεσης θα πρέπει να γίνει μέσα σε ένα //try block// και η διαχείριση της μέσα σε ένα //catch block// που ακολουθεί το //try block//. Δείτε το παρακάτω ενδεικτικό παράδειγμα.+Όπως σε όλες τις γλώσσες αντικειμενοστραφούς προγραμματισμού η παραγωγή μιας εξαίρεσης θα πρέπει να γίνει μέσα σε ένα //try block// και η διαχείριση της μέσα σε ένα //catch block// που ακολουθεί το //try block//. Δείτε το παρακάτω ενδεικτικό παράδειγμα, όπου ανάλογα με την είσοδο που βάζει ο χρήστης παράγεται διαφορετικού τύπου //exception//
  
 <code cpp ExceptionHandling.cpp> <code cpp ExceptionHandling.cpp>
Line 164: Line 164:
         break;         break;
       case 4:       case 4:
-        throw string("C++"); //throw a string+        throw string("C++"); //throw a std::string
         break;         break;
       case 5:       case 5:
Line 170: Line 170:
         break;         break;
       default:       default:
-        c = -10; throw c;  // throw a character (default option)+        c = -10; throw c;  // throw a character
         break;         break;
     }     }
Line 183: Line 183:
   } catch(const MyException &ex) {   } catch(const MyException &ex) {
     cout << "Got '"<< ex.what() <<"'!\n";     cout << "Got '"<< ex.what() <<"'!\n";
-  } catch(...) {+  } catch(...) {    // catch any exception not caught above!
     cout << "Got an exception of unknown type!\n";     cout << "Got an exception of unknown type!\n";
   }   }
Line 189: Line 189:
 } }
 </code> </code>
 +
 +<WRAP info 80% center round>
 +Στον παραπάνω κώδικα το //catch block//
 +<code cpp>
 +  } catch(...) {     // catch any exception not caught above!
 +    cout << "Got an exception of unknown type!\n";
 +  }
 +</code>
 +πιάνει όλους τους τύπους //exception// που δεν πιάστηκαν στα προηγούμενα //catch blocks//. Τοποθετώντας ένα //catch block// αυτής της μορφής είναι δυνατόν να εφαρμόσετε ένα τελικό έλεγχο για τύπους εξαιρέσεων που δεν έχετε προβλέψει ότι μπορούν να παραχθούν παραπάνω στον κώδικα σας.
 +</WRAP>
  
 <WRAP tip 80% center round> <WRAP tip 80% center round>
Line 194: Line 204:
 </WRAP> </WRAP>
  
-===== Κληρονομικότητα ===== 
  
-Ας υποθέσουμε ότι έχουμε τη σχέση κληρονομικότητας μεταξύ των κλάσεων **IDException** και **CountedIDException**, όπως παρακάτω: 
  
-<code cpp BaseException.h> +===== Διαχείριση μίας εξαίρεσης και παραγωγή νέας εξαίρεσης κατά την διαχείριση της =====
-using namespace std;+
  
-class BaseException: public std::exception +Κάποιες φορές είναι επιθυμητό να διαχειριστούμε μία εξαίρεση προκειμένου να κλείσουμε κάποιο //resource//, αλλά στη συνέχεια θέλουμε να παράγουμε ξανά την ίδια εξαίρεση προκειμένου η τελική διαχείριση να γίνει παρακάτω. Δείτε το επόμενο απόσπασμα κώδικα από την κλάση PPMImage. Εάν το αρχείο που διαβάζουμε περιέχει κατά λάθος μία αρνητική τιμή θα παραχθεί ένα //std::bad_alloc exception//. Δεν θέλουμε να το διαχειριστούμε μέσα στον κατασκευαστήδιότι σε αυτή την περίπτωση ο κατασκευαστής θα επιστρέψει κανονικά και ο χρήστης δεν θα έιναι σε θέση να γνωρίζει ότι συνέβη σφάλμα. Παρόλα αυτάθα θέλαμε να διαχειριστούμε εν μέρη την εξαίρεση στον κατασκευαστήώστε να κλείσουμε το ανοιχτό //ifstream//, αλλά στη συνέχεια να παράγουμε την ίδια εξαίρεση την οποία θα κληθεί η διαχειριστεί η μέθοδος που δημιουργεί το αντικείμενο. 
-protected: + 
-  int a; +<code cpp PPMImageSample.cpp> 
-public: +#include <iostream> 
-  BaseException(int a) { this->a = a; } +#include <fstream> 
-  const char* what() const throw() { +#include <ios> 
-    //char s[64]; +#include <cstdlib>
-    char *s = new char [64]; +
-    sprintf(s"BaseExceptiona: %d\n"a); +
-    return s; +
-  } +
-}; +
-</code>+
  
-<code cpp DerivedException.h> 
-#include "BaseException.h" 
 using namespace std; using namespace std;
  
-class DerivedException: public BaseException +class PPMImage 
-  int b;+  int width, height, colordepth; 
 +  int **raster;
 public: public:
-  DerivedException(int aint b): BaseException(a) { this->b} +  PPMImage(char *filename) { 
-  const charwhat() const throw() { +    string str; 
-    char *s new char [64]; +    unsigned char redgreen, blue; 
-    sprintf(s, "DerivedException, a%d, b%d\n", a, b); +    ifstream in(filename)
-    return s;+    if(!in.is_open()) { 
 +      std::ios_base::failure fex("File not found!")
 +      throw fex; 
 +    } 
 +    try { 
 +      in >> str; 
 +      in >> str; 
 +      width atoi(str.c_str())
 +      in >> str; 
 +      height = atoi(str.c_str()); 
 +      in >> str; 
 +      colordepth = atoi(str.c_str()); 
 +      raster = new int*[height]; 
 +      for(int row=0; row<height; row++) 
 +        raster[row] = new int[width]; 
 +      for(int row=0; row<height; row++) { 
 +        for(int col=0; col<width; col++) { 
 +          cin >> str; 
 +          red = (unsigned char) atoi(str.c_str()); 
 +          cin >> str; 
 +          green (unsigned char) atoi(str.c_str()); 
 +          cin >> str; 
 +          blue = (unsigned char) atoi(str.c_str()); 
 +          raster[row][col] = 0; 
 +          raster[row][col] = (red << 16) | (green << 8) | blue; 
 +        } 
 +      } 
 +    
 +    catch(std::bad_alloc &ex) { 
 +      cerr << "std::bad_alloc occured!\n"
 +      in.close(); 
 +      throw ex; 
 +    }
   }   }
 +  
 +  ~PPMImage() {
 +    for(int row=0; row<height; row++)
 +      delete raster[row];
 +    delete raster;
 +  }
 +  
 +  int **getRaster() { return raster; }
 +  
 }; };
-</code> 
  
-<code cpp ExceptionUse.cpp> +int main(int argc, char *argv[]) { 
-#include <iostream> +  PPMImage *imgptr=nullptr; 
-#include "DerivedException.h" +  try{ 
-using namespace std; +    imgptr = new PPMImage(argv[1]); 
- +  } 
-int main() { +  catch(ios_base::failure &fex) { 
-  try { +    cerr << "File '" << argv[0] << "' was not found!\n"; 
-    int option+  } 
-    cout << "Enter option (1-2)"; +  catch(bad_alloc &ex
-    cin >> option+    cerr << "Memory allocation failure!\n"; 
-    BaseException bex(-2); +    if (imgptr!=nullptr) { 
-    DerivedException dex(4,5); +      cerr << "imgptr != nullptr\n"
-    switch(option{ +      if(imgptr->getRaster(!= nullptr) { 
-      case 1: +        cerr << "imgptr->getRaster() != nullptr\n"
-        throw bex; +        delete imgptr->getRaster(); 
-        break+      } 
-      case 2: +      else { 
-        throw dex+        cerr << "imgptr->getRaster() == nullptr\n"
-        break;+      } 
 +      delete imgptr
 +    } 
 +    else { 
 +      cerr << "imgptr == nullptr\n";
     }     }
-  } catch(BaseException ex) { 
-    cout << ex.what(); 
-  } catch(DerivedException ex) { 
-    cout << ex.what(); 
   }   }
 +  delete imgptr;
   return 0;   return 0;
 } }
 </code> </code>
  
-O παραπάνω κώδικας παράγει το παρακάτω //warning// κατά τη μεταγλώττιση: +Το ενδεικτικό αρχείο εισόδου είναι το παρακάτω:
-<code> +
-ExceptionUse.cpp:22:5: warning: exception of type ‘DerivedException’ will be caught +
-   } catch(DerivedException &ex) { +
-     ^ +
-ExceptionUse.cpp:20:5: warning   by earlier handler for ‘BaseException’ +
-   } catch(BaseException &ex) { +
-     ^ +
-</code>+
  
-το οποίο εν συντομία λέει ότι ένα exception τύπου //DerivedException// θα "πιαστεί" από το 1ο //catch block// και το 2ο //catch block// δεν θα λειτουργήσει ποτέ. Το παραπάνω είναι λογικό διότι ένα αντικείμενο της κλάσης //DerivedException// είναι και //BaseException// με βάση τις αρχές της κληρονομικότητας. +<code cpp 3x2.ppm
- +P3 
-Εκτελέστε όμως τον παραπάνω κώδικα (παρά το warning) δίνοντας ορίσμα τους αριθμούς 1 και 2. Το αποτέλεσμα είναι το εξής: +-2 255 
-<code> +255 0 0 255 255 0 0 255 255 
-gthanos@gthanos-DESKTOP:~/Downloads/C++$ ./ExceptionUse  +255 0 255 0 255 0 128 128 128
-Enter option (1-2): 1 +
-BaseException, a: -2 +
-gthanos@gthanos-DESKTOP:~/Downloads/C++$ ./ExceptionUse  +
-Enter option (1-2): 2 +
-BaseException, a: 4+
 </code> </code>
  
-Παρατηρήστε ότι ενώ στην 2η περίπτωση παράγεται ένα //DerivedException// το αντικείμενο που τελικά λαμβάνουμε είναι τύπου //BaseException//. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι η συνάρτηση //what()// είναι //virtual// πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να καλείται η κατάλληλη έκδοση της συνάρτησης με βάση τον τύπο του αντικειμένου για το οποίο καλείται, ανεξάρτητα από τον τύπο της η οποία δείχνει στο αντικείμενο (δες [[cpp:polymorphism|δυναμικό πολυμορφισμό]]).+Από τον παραπάνω κώδικα μπορούμε να συμπεράνουμε τα εξής: 
 +  - Εφόσον παράγεται ένα //exception// o δείκτης //imgptr// μέσα στο //catch block// της συνάρτησης //main// έχει την αρχική του τιμή, δηλαδή **nullptr**. Αυτό είναι λογικό με βάση τις αρχές του //stack unwinding// που συζητήσαμε προηγούμενα
 +  - Εάν εφαρμόσω τον τελεστή **delete** σε ένα δείκτη που έχει την τιμή **nullptr**, δεν παράγεται κάποιου είδους //exception//, αλλά ο κώδικας συνεχίζει κανονικά.
  
-Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι ότι αν και παράγεται ένα αντικείμενο τύπου //DerivedException// αυτό γίνεται //catch// από το πρώτο //catch block//. Μέσα στο //catch block// το αρχικό αντικείμενο αντιγράφεται σε ένα άλλο αντικείμενο τύπου //BaseException//, διότι έχουμε κλήση με τιμή στο //catch block//. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι από το αρχικό αντικείμενο κρατάμε οτιδήποτε ανήκει στην κλάση //BaseException// και απορρίπτουμε το υπόλοιπο.+==== Ένα 2ο παράδειγμα ====
  
-Ο τρόπος για να δουλέψει σωστά ο παραπάνω κώδικας είναι μέσα στο //catch block// να μην περάσουμε το αντικείμενο γιατί δημιουργείται αντίγραφο, αλλά να περάσουμε μία αναφορά σε αυτό, όπως παρακάτω:+Στο προηγούμενο παράδειγμα κάντε την εξής αλλαγή. Αντικαταστήστε το //catch block// στον κατασκευαστή με το παρακάτω:
  
-<code cpp ExceptionUse.cpp> +<code cpp> 
-#include <iostream> +    catch(std::exception &ex) { 
-#include "DerivedException.h" +      cerr << "std::exception occured!\n"; 
-using namespace std+      in.close(); 
- +      throw ex;
-int main() { +
-  try { +
-    int option; +
-    cout << "Enter option (1-2): "; +
-    cin >> option; +
-    BaseException bex(-2); +
-    DerivedException dex(4,5); +
-    switch(option) { +
-      case 1: +
-        throw bex; +
-        break; +
-      case 2: +
-        throw dex; +
-        break;+
     }     }
-  } catch(BaseException &ex) { 
-    cout << ex.what(); 
-  } catch(DerivedException &ex) { 
-    cout << ex.what(); 
-  } 
-  return 0; 
-} 
 </code> </code>
  
-Πλέον το αποτέλεσμα της εκτέλεσης είναι το αναμενόμενο+Το //exception std::bad_alloc// είναι απόγονος της κλάσης //std::exception// επομένως ο παραπάνω κώδικας θα πρέπει να δουλεύει σωστά και μετά την αλλαγή. Εν τούτοις παρατηρούμε ότι το πρόγραμμα αποτυγχάνει με ένα μήνυμα της μορφής
 <code> <code>
-gthanos@gthanos-DESKTOP:~/Downloads/C++$ ./ExceptionUse  +$./PPMImageSample 3x2.ppm  
-Enter option (1-2)+std::bad_alloc occured! 
-BaseException, a-2 +terminate called after throwing an instance of 'std::exception' 
-gthanos@gthanos-DESKTOP:~/Downloads/C++$ ./ExceptionUse  +  what():  std::exception 
-Enter option (1-2): +Aborted (core dumped)
-DerivedException, a4, b5+
 </code> </code>
  
-<WRAP tip 80% center round> +Ο λόγος που συμβαίνει το παραπάνω είναι ότι το όταν το //catch block// παράγει και πάλι το //exception//, παράγει ένα αντικείμενο της κλάσης //std::exception// αποκόπτοντας το τμήμα του αντικειμένου που αφορά την απόγονο κλάση //std::bad_alloc//. Στη συνέχεια ένα τέτοιο αντικείμενο δεν μπορεί να το "πιάσει" το //catch block// της συνάρτησης //main//. Εάν πρέπει να παράγεται το ίδιο //exception// πράγμα που ήταν αρχικά επιθυμητό ο κώδικας στο //catch block// του κατασκευαστή θα πρέπει να γραφεί όπως παρακάτω, ώστε να παράγει ως //exception// το ίδιο αντικείμενο που έγινε //catch//.
-Το πιάσιμο μιας εξαίρεσης με χρήση αναφοράς για αντικείμενα σύνθετους τύπου (όχ char, int, long, double κλπ), διότι //α)// αποφεύγουμε την αντιγραφή του αντικειμένου μέσα στο //catch block// (πιο γρήγορος κώδικας) και //β)// αποφεύγουμε την "αποκοπή" μέρους του αντικειμένου που γίνεται //throw// λόγω του "πιασίματος" της εξαίρεσης από ένα //catch block// βασικότερου τύπου από τον τύπο που γίνεται //throw//. +
-</WRAP>+
  
-===== Stack Unwinding =====+<code cpp> 
 +    catch(std::exception &ex) { 
 +      cerr << "std::exception occured!\n"; 
 +      in.close(); 
 +      throw;       // rethrows the same exception object 
 +    } 
 +</code> 
 +===== Δήλωση των εξαιρέσεων που παράγουν οι συναρτήσεις (exception specifiers) =====
  
-Κατά την δημιουργία ενός //exception// μέσα σε μία συνάρτηση ή σε ένα κατασκευαστή δεν είναι απαραίτητο ότι η διαχείριση του //exception// θα πρέπει να γίνει στην ίδια τη συνάρτηση ή τον καστασκευαστήΗ διαδικασία όνομάζεται //stack unwinding// και το παράδειγμα που ακολουθεί είναι εξαρειτικά διαφωτιστικό για το πως διαμορφώνεται το stack μετά από την διαχείριση μίας εξαίρεσης σε υψηλότερο επίπεδο.+Κατά τη δήλωση μίας συνάρτησης είναι δυνατόν να ορίσετε εάν αυτή μπορεί να παράγει κάποιου είδους //exception//. Υπάρχουν 3 διαφορετικού τύποι ορισμών οι οποίοι δίνονται παρακάτω: 
 +  - ''int functionName() throw()'': Ο συγκεκριμένος ορισμός δηλώνει ότι δεν παράγεται καμία εξαίρεση. 
 +  - ''int functionName() throw(std::bad_alloc)'': Ο συγκεκριμένος ορισμός δηλώνει ότι μπορεί να παραχθεί μία εξαίρεση τύπου [[http://en.cppreference.com/w/cpp/memory/new/bad_alloc|std::bad_alloc]]. 
 +  - ''int functionName() throw(...)'': Ο συγκεκριμένος ορισμός δηλώνει ότι μπορεί να παραχθεί οποιουδήποτε τύπου εξαίρεση. 
 + 
 +Τους παραπάνω ορισμούς είναι δυνατόν να τους συναντήσετε στις //standard// βιβλιοθήκες της C++. Δεν είναι όμως ευρέως χρησιμοποιούμενοι και η υποστήριξη τους από τους C++ //compilers// είναι συχνά ελλειπής. Δεν συνιστάται η χρήση τους σε κώδικα που γράφετε εσείς, λόγω της ελλειπούς υποστήριξης από την κοινότητα της C++. 
 + 
 +/* 
 +===== Function try blocks ===== 
 +*/
  
-<code cpp StackUnwinding.cpp> 
-#include <iostream> 
-// called by FFF() 
-void FFFF() { 
-  std::cout << "Start FFFF\n"; 
-  std::cout << "FFFF throwing int literal exception\n"; 
-  throw 100; 
-  std::cout << "End FFFF\n"; 
-  
-} 
-// called by FF()  
-void FFF() { 
-  std::cout << "Start FFF\n"; 
-  FFFF(); 
-  std::cout << "End FFF\n"; 
-} 
-// called by F() 
-void FF() { 
-  std::cout << "Start FF\n"; 
-  try { 
-    FFF(); 
-  } catch(char) {  
-    std::cerr << "FF caught double exception\n"; 
-  } 
-  std::cout << "End FF\n"; 
-} 
-// called by main() 
-void F() { 
-  std::cout << "Start F\n"; 
-  try { 
-    FF(); 
-  } catch (int) { 
-     std::cerr << "F caught int exception\n"; 
-  } catch (char) { 
-     std::cerr << "F caught double exception\n"; 
-  } 
-  std::cout << "End F\n"; 
-} 
-  
-int main() { 
-  std::cout << "Start main\n"; 
-  try { 
-    F(); 
-  } catch (int) { 
-    std::cerr << "main caught int exception\n"; 
-  } 
-  std::cout << "End main\n";  
-  return 0; 
-} 
-</code> 
  
-Το αποτέλεσμα που εκτυπώνεται στην οθόνη είναι το εξής: 
-<code> 
-Start main 
-Start F 
-Start FF 
-Start FFF 
-Start FFFF 
-FFFF throwing int literal exception 
-F caught int exception 
-End F 
-End main 
-</code> 
  
-H εξέλιξη του //program stack// στο παρακάτω πρόγραμμα δίνεται στο παρακάτω διάγραμμα. Παρατηρήστε ότι το exception παράγεται στη συνάρτηση **FFFF()**, αλλά πιάνεται στην **F()** πράγμα που συνεπάγεται την αυτόματη συρρίκνωση του //stack// στο επίπεδο της συνάρτησης **F()**. Τα περιεχόμενα του //stack// για τις συναρτήσεις **FFF()** και **FFFF()** έχουν χαθεί. 
  
-{{ :cpp:stack_unwinding.png |}} 
  
  
  
  
cpp/exception.txt · Last modified: 2023/05/15 14:01 by gthanos